Tου Χρήστου Γιανναρά
Τον πανικό δεν τον γεννάει η οικονομική χρεοκοπία, τον γεννάει η κυρίαρχη στη χώρα αλογία. Αλογία θα πει: να μη λειτουργεί στον δημόσιο βίο καμιά λογική. Αν οι νόμοι συνοψίζουν την κοινή λογική για κοινή προστασία, η αλογία είναι ταυτόσημη με την ανομία, την ανεμπόδιστη αυθαιρεσία. Ακυρώνει η αλογία κάθε ενδεχόμενο κοινής συν-εννόησης, κάθε θεσμική δυνατότητα επιβολής των νόμων.
Εικόνα πόλης παραδομένης σε μανιακούς βανδάλους για πολλοστή, μέσα σε ένα χρόνο, φορά. Τσακισμένες βιτρίνες, θρυμματισμένες ορθομαρμαρώσεις, ο μόχθος του εμπορευόμενου και ο βιοπορισμός του μισθωτού κατεστραμμένοι. Σπασμένα με βαριοπούλες και τα λευκά μαρμάρινα σκαλοπάτια στην Τράπεζα της Ελλάδος. Εμειναν άθικτα στα χρόνια της ξενικής κατοχής, στον εφιάλτη της εμφύλιας μέσα στην πόλη διαπάλης. Και τσακίστηκαν ανεμπόδιστα με «εδραιωμένη» πια σήμερα τη «δημοκρατία»(!) από μια χούφτα ψυχανώμαλους που μπορούν, όποτε θέλουν, να καταλύουν το έννομο κράτος.
Υποτίθεται έννομο το ελλαδικό κράτος, με θεσμούς «προστασίας του πολίτη» από την ανομία. Αλλά είναι φανερό ότι οι λειτουργοί του κράτους έχουν λόγους να μη θέλουν την επιβολή των νόμων, να αρνούνται να προστατέψουν τους πολίτες από την ψυχανωμαλία των βανδάλων. Και αυτή η ανεξήγητη, παράλογη αυτοκατάργηση του κράτους γεννάει στον πολίτη τον πανικό.
Μέρα εργάσιμη και τα καταστήματα σχεδόν όλα κλειστά, με κατεβασμένα ρολά έκτακτης θωράκισης, το ίδιο και όλες οι τράπεζες. Κλειστά ώς και τα περίπτερα, φευγάτοι ακόμη και οι κουλουρτζήδες. Διαβάτες ελάχιστοι, οι περισσότεροι αλλοδαποί, το βήμα τους βιαστικό – πλανιέται τρόμος. Από στιγμή σε στιγμή μπορεί να εμφανιστεί καινούργιο κύμα των μανιακών κουκουλοφόρων, με τις βαριοπούλες και τους μυτερούς σιδερένιους λοστούς, για την ηδονή της καταστροφής και του πλιάτσικου.
Η ψυχανωμαλία αφήνει παντού και γραπτή τη σφραγίδα της: Συνθήματα με σπρέι απίστευτης λεκτικής ένδειας, ωσάν να θέλουν να αποδείξουν ότι τα ελλαδικά σχολειά παράγουν μόνο «λειτουργικώς αναλφαβήτους». Το πρόσφατο μένος τους για τα βιβλιοπωλεία (θρυμμάτισαν τρεις φορές τον «Ιανό») δηλώνει φανερά από ποια δεξαμενή παιδευτικού παλιμβαρβαρισμού αντλεί η υστερία των βανδάλων.
Αλλά γιατί αυτή η άνευ όρων παράδοση του κράτους στις ορέξεις βίας και στον κρετινισμό των περιθωριακών; Μα επειδή η βία, ο κρετινισμός, η ανομία στη χώρα μας έχουν τεθεί υπό την άμεση προστασία των «προοδευτικών» πολιτικών δυνάμεων και κάθε αντίρρηση, διαμαρτυρία, απαίτηση αντίστασης στην κτηνωδία στιγματίζεται αμέσως σαν «συντηρητική», «σκοταδιστική», «ακροδεξιά» προκατάληψη. Η Ελλάδα έχει παραδοθεί στην ανομία και αλογία, επειδή, πριν σαράντα τρία χρόνια, κάποιοι άφρονες, επίορκοι στρατιωτικοί πρόσφεραν το άλλοθι για να απολαμβάνει από τότε μόνιμη και εκβιαστική ασυλία κάθε μορφή καπηλείας και παραχάραξης της Αριστεράς, ακόμα και οι πιο ψυχοπαθολογικές, εγκληματικά αντικοινωνικές διαστροφές της.
Εφτά ολόκληρες μέρες κάποια ελάχιστα (ούτε εκατό) άτομα απροσμέτρητης αντικοινωνικής θρασύτητας είχαν αποκλείσει τη διέλευση οχημάτων από τον κεντρικότερο δρόμο της Αθήνας. Δεν ήταν απελπισμένη φτωχολογιά, ήταν τα προκλητικότερα μισθολογικά «ρετιρέ»: υπάλληλοι της πρώην «Ολυμπιακής» με τους παχυλότερους μισθούς που υπήρξαν ποτέ στο ελλαδικό Δημόσιο – οι απολαβές κλητήρα της «Ολυμπιακής» προκλητικά υψηλότερες από τη σύνταξη πανεπιστημιακού καθηγητή. Και διορισμένοι, κατά κανόνα, με κομματικό ρουσφέτι, άκριτα, άδικα, ανήθικα.
Εφτά ολόκληρες μέρες βασάνισαν, με εσκεμμένο προγραμματικό σαδισμό, εκατοντάδες χιλιάδες συμπολιτών τους. Ζημίωσαν ανεπανόρθωτα την από καιρό τώρα εξουθενωμένη αγορά του κέντρου της Αθήνας, όπου πια διακυβεύονται χιλιάδες θέσεις εργασίας βιοπαλαιστών υπαλλήλων. Ανενόχλητοι, ατιμώρητοι. Για μια ακόμα φορά (με «σοσιαλιστική» κυβέρνηση) το κράτος δεν ενδιαφερόταν για τη φτωχολογιά και για το φάσμα της ανεργίας της, το κράτος είχε τεθεί στην υπηρεσία των θρασύτατων παρανόμων: Η τροχαία τούς εξασφάλιζε άνεση στην κακουργία (υποχρέωνε τους οδηγούς σε απίστευτα χρονοβόρα, εφιαλτικής βραδύτητας παράκαμψη) και ο δήμος τούς παρείχε πλήρη κάλυψη των μεγαφωνικών τους εγκαταστάσεων για να διαδηλώνουν τον φασιστικό γκανγκστερισμό τους.
Σε ένα κράτος όπου η επιβολή του νόμου είναι αυτονόητη υποχρέωση προστασίας των πολιτών και όχι «παρεκτροπή αυταρχισμού», οι καταληψίες της Πανεπιστημίου θα συλλαμβάνονταν όλοι και η ποινή τους θα ήταν φυλάκιση βαρύτατη χωρίς δυνατότητα εξαγοράς. Αυτή είναι η λογική της δημοκρατίας, δηλαδή η άμυνα της ελευθερίας των πολλών όταν απειλείται από την κτηνώδη ιδιοτέλεια (ή την ψυχανωμαλία) των ελαχίστων.
Δεν υπάρχει γιατρειά, έχουμε μπει σε λούκι δίχως διέξοδο. Εξηγούσε ένας σοβαρός γνώστης των οικονομικών της Υγείας ότι το αρτιότερο σε εξοπλισμό και πολυτελέστερο σε νοσηλευτικές συνθήκες ιδιωτικό νοσοκομείο, έχει κόστος λειτουργίας το μισό ή και λιγότερο από ένα κρατικό με τα ίδια κρεβάτια. Και βεβαίωνε ότι είναι η αλυσιδωτή διαφθορά που αποκλείει και στον ιδιοφυέστερο και ανιδιοτελέστερο ηγέτη να πατάξει ποτέ το πλιάτσικο (ανομία και αλογία) για χάρη του οποίου και μόνο λειτουργεί ακόμα δημόσιος βίος στην Ελλάδα.
Η ασυλία που απολαμβάνει σήμερα κάθε κουκουλοφορεμένη αντικοινωνική συμπεριφορά (ιδιοτέλειας ή ψυχανωμαλίας), είναι απολύτως η ίδια με αυτήν που καλύπτει, τριάντα έξι χρόνια τώρα, την κομματική καταλήστευση του κοινωνικού χρήματος, την πανδημία «λαδώματος» της πλειονότητας των κρατικών υπαλλήλων, τη διαπλεκόμενη με την εξουσία φοροδιαφυγή. Η ίδια αυτή ασυλία επιτρέπει να επανεκλέγονται στην ηδονική απόλαυση της εξουσίας οι κυρίως υπεύθυνοι του τελεσίδικου αδιεξόδου.
Σπείραμε (με την ψήφο μας) αλογία, θερίζουμε αυτοκαταστροφή.
(από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)