Η Ελλάδα δεν είναι παρά μια κουκίδα στο χάρτη της Ευρωζώνης. Με τη διευκρίνηση ότι η ελληνική οικονομία αντιστοιχεί μόλις στο 2,5%-3% της νομισματικής ένωσης, ο Jean Claude Trichet επιχείρησε να βάλει φρένο στα σενάρια που θέλουν την Ελλάδα να συμπαρασύρει ολόκληρο το οικοδόμημα του ευρώ στον γκρεμό. Αλλά τα σχόλια του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είχαν μάλλον το αντίθετο αποτέλεσμα. Το ίδιο συνέβη παρά τη θετική δήλωση της Άνγκελα Μέρκελ ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει σημαντικά βήματα για τη δημοσιονομική προσαρμογή. Ακόμα περισσότερο μελάνι χύθηκε για τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, με τη χώρα να βρίσκεται πάλι στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς οικονομικού τύπου και στο επίκεντρο σκληρών σχολίων από τους ξένους bloggers και οικονομολόγους.
Είτε πρόκειται για την αγγλοσαξονική συνωμοσία κατά του ευρώ - για την οποία πολύς λόγος γίνεται τελευταία - είτε απλά για την προσπάθεια αναλυτών, αρθρογράφων και σχολιαστών κάθε είδους να διεκδικήσουν τα 15 λεπτά της δημοσιότητας που τους αναλογούν, τα χτυπήματα που δέχεται τις τελευταίες ημέρες η Ελλάδα από τους ξένους είναι απανωτά.
Εγκαταλείποντας την ξύλινη γλώσσα και τη θεωρητικολογία που συνήθως χαρακτηρίζει τους οίκους αξιολόγησης, η Moody’s προκάλεσε αίσθηση στην αγορά προειδοποιώντας ότι η ελληνική οικονομία απειλείται με «αργό θάνατο». Ο οίκος ξάφνιασε με την ευθύτητά του όταν προειδοποίησε ότι εάν η κυβέρνηση αυξήσει τους φόρους, κινδυνεύει να διώξει μέρος από τον πιο εύπορο και οικονομικά ενεργό πληθυσμό από τη χώρα. Τα σενάρια περί χρεοκοπίας φούντωσαν για μια ακόμα φορά όταν ο Desmond Lachman, καθηγητής του American Enterprise Institute, προειδοποίησε με άρθρο του που στους Financial Times ότι η Ελλάδα βαδίζει στα χνάρια της Αργεντινής. «Η Αθήνα θα πρέπει να φύγει από την Ευρωζώνη το συντομότερο», είπε ο δίνοντας τροφή σε όσους επιμένουν να θέτουν ζήτημα αποχώρησης της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση.
Αυτό θα ήταν αυτοκτονία, προειδοποίησε ο οικονομολόγος της Citi, Willem Buiter, ενώ η Standard & Poor’s εξήγησε ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο τα ελληνικά ομόλογα θα υποβαθμίζονταν στην κατηγορία «junk». Μάταια οι πιο ψύχραιμοι από τους οίκους προσπαθούν να εξηγήσουν ότι καμία λογική κυβέρνηση δεν θα έπαιρνε ποτέ την απόφαση να αποχωρήσει από τη νομισματική ένωση. Ο σάλος δεν κόπασε ούτε καν όταν ο ίδιος ο Trichet χαρακτήρισε τα σενάρια «εξωφρενικά».
Δυσβάστακτο το κόστος της αποχώρησης από την Ευρωζώνη
ΠΙΟ ΜΑΚΡΙΑ από τα κινδυνολογικά σενάρια και τα λεκτικά τρικ των προβοκατόρικων τίτλων, μελέτη της Deutsche Bank επιχειρεί να προσεγγίσει το ζήτημα σε πιο πρακτική βάση. «Η νομισματική ένωση είναι μονόδρομος», ξεκαθαρίζει ο οικονομολόγος του οίκου, Gilles Moec. Αν και για κάποιες από τις περιφερειακές χώρες της Ευρωζώνης η αποχώρηση από τη νομισματική ένωση φαντάζει δελεαστική, καθώς θεωρητικά κάτι τέτοιο θα τους επέτρεπε να λύσουν τα οικονομικά τους προβλήματα με χαμηλότερο εσωτερικό κόστος, ο Moec τονίζει ότι η έξοδος από το ευρώ δεν θα βοηθούσε σε τίποτα.
Σε πρώτη φάση, μια τραπεζική κρίση θα ήταν αναπόφευκτη. Προκειμένου να αποφύγουν τη μείωση της αγοραστικής τους δύναμης που θα έφερνε η υποτίμηση, αλλά και με δεδομένο ότι δεν θα είχαν εμπιστοσύνη στο νέο νόμισμα, οι καταθέτες θα έσπευδαν να μετατρέψουν τα χρήματά τους στο ευρώ. «Στην πράξη, το κλείσιμο των τραπεζών θα ήταν προαπαιτούμενο για τη μετάβαση, όμως αυτό που ήταν διαχειρίσιμο στις ΗΠΑ κατά την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης, θα εί- ναι πολύ πιο καταστρεπτικό σε μια πιο πολύπλοκη οικονομία», εξηγεί ο οικονομολόγος της Deutsche Bank.
Επιπλέον, με δεδομένο ότι πολλά νοικοκυριά θα επιχειρούσαν να κρύψουν τα ευρώ τους ώστε να αποφύγουν να τα μετατρέψουν στο νέο εθνικό νόμισμα, η οικονομική δραστηριότητα θα κατέρρεε. Στη συνέχεια θα σημειωνόταν μαζική φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό καθώς εγχώρια και ξένα χαρτοφυλάκια θα είχαν ένα ισχυρό κίνητρο να ρευστοποιήσουν κάθε είδους περιουσιακά στοιχεία και επενδυτικές θέσεις, προκειμένου να μεταφέρουν τα χρήματά τους σε ό,τι θα είχε απομείνει από την Ευρωζώνη. Επιχειρήσεις και νοικοκυριά που έχουν δάνεια σε ευρώ θα έβλεπαν το κόστος εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων αυτών να εκτινάσσεται.
«Το βραχυπρόθεσμο κόστος της επιστροφής στα εθνικά νομίσματα θα ήταν, επομένως, ιδιαίτερα μεγάλο. Κατά την άποψή μας, αυτό κάνει το σχετικό πολιτικό κόστος της παραμονής στη νομισματική ένωση χαμηλότερο», καταλήγει ο Moec.
Η Bank of America Merrill Lynch εξηγεί ότι αφού οι λεγόμενες περιφερειακές οικονομίες της Ευρωζώνης αποτελούν και τους βασικότερους αποδέκτες των κοινοτικών κονδυλίων, «το κόστος της αποχώρησης θα ήταν πολύ σημαντικότερο από τη δημοσιονομική προσπάθεια που απαιτείται για να δοθεί τέλος στην σπατάλη». Καμία από τις αδύναμες χώρες της Ευρωζώνης δεν έχει ιδιαίτερο λόγο να αποχωρήσει από την Ένωση, την ώρα που μπορεί να ελέγξει τις τιμές στις βασικές βιομηχανίες της με άλλους τρόπους, ισχυρίζεται η BoA Merrill Lynch. Στην περίπτωση που η Ελλάδα επέστρεφε στη δραχμή (με στόχο βέβαια να την υποτιμήσει σε σχέση με το ευρώ), η αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους θα ήταν απαγορευτική. Εξάλλου, δεν έχει λόγο να κάνει κάτι τέτοιο, την ώρα που μπορεί να συμπιέσει τις τιμές σε τουρισμό και ναυτιλία με άλλους τρόπους, εξηγούν οι αναλυτές.
Ακόμα και η λύση της υποτίμησης του νομίσματος δεν αποτελεί πανάκεια για τη λύση των προβλημάτων μιας οικονομίας, προσθέτει η Deutsche Bank. Στην πραγματικότητα, η ίδια η ιδέα δημιουργίας της νομισματικής ένωσης και του κοινού νομίσματος προήλθε από τη διαπίστωση ότι οι υποτιμήσεις της δεκαετίας του 1980 και του 1990 απέτυχαν να φέρουν αξιοσημείωτες θετικές οικονομικές επιπτώσεις.
Αλυσιδωτές αντιδράσεις από τυχόν πτώχευση
ΚΑΙ ΕΝΩ οι πιο ψύχραιμες οικονομικές αναλύσεις δείχνουν ότι ούτε η έξοδος από το ευρώ αλλά ούτε και το σενάριο της χρεοκοπίας έχουν κάποια βάση, η Nomura ξεκαθαρίζει ότι το ζήτημα της Ελλάδας δεν είναι τόσο οικονομικό όσο πολιτικό. «Το ευρώ είναι ένα πολιτικό οικοδόμημα, και όχι οικονομικό. Είναι απίθανο οι πολιτικοί θεμελιωτές του να το αφήσουν να καταστραφεί. Πιθανή χρεοκοπία μιας περιφερειακής οικονομίας θα προκαλούσε ανάλογα ζητήματα σε άλλες ευάλωτες χώρες», τονίζει ο οίκος.
Όπως ακριβώς το έθεσε και η μεγαλύτερη εταιρεία διαχείρισης ομολόγων του κόσμου, η Pimco, «εάν η Ελλάδα δεν μπορεί να βρει χρηματοδότηση, αυτό ενδέχεται να πυροδοτήσει μια σειρά από μικρές βόμβες σε όλη την Ευρωζώνη, οι οποίες εάν συνδυαστούν θα αποτελέσουν ένα μεγάλο πρόβλημα».
Στην πράξη, έστω και εάν ο Jean Claude Trichet δεν λέει να χαλαρώσει την πίεση προς την ελληνική κυβέρνηση, η Moody’s επισήμαινε στην επίμαχη έκθεσή της ότι οι χώρες της Ευρωζώνης έχουν πολλούς τρόπους να βοηθήσουν ένα μέλος που βρίσκεται σε κίνδυνο. «Οι μηχανισμοί αλληλεγγύης της νομισματικής ένωσης είναι ισχυρότεροι και πιο πολλοί από ό,τι γενικώς πιστεύεται», έγραφε ο οίκος. Ο όρος της Συνθήκης του Μάαστριχτ που απαγορεύει τις διασώσεις δεν αποκλείει μια σειρά από διαφορετικές μορφές έμμεσης χρηματοδότησης, με τη Moody’s να εξηγεί ότι στην περίπτωση που τα προβλήματα ρευστότητας γίνουν πιεστικά, κανένας κανονισμός δεν εμποδίζει τις πιο εύπορες χώρες να δώσουν δάνεια σε μια χώρα όπως η Ελλάδα.
Διασυρμός για τα στοιχεία της ΕΣΥΕ
Η ΕΚΘΕΣΗ-ΚΟΛΑΦΟΣ της Κομισιόν που αμφισβητεί ακόμα και τα αναθεωρημένα δημοσιονομικά μεγέθη ήταν αφορμή για τη σκληρότερη μέχρι στιγμής επίθεση των αρθρογράφων. Η αναθεώρηση των στοιχείων «είναι γελοία και δείχνει κάτι χειρότερο από ανικανότητα», γράφει το σχόλιο του Breakingviews. «Το 2006 δημοσιεύσαμε μια θυμωμένη επιστολή από τον Μ. Κοντοπυράκη, επικεφαλής της ΕΣΥΕ, στην οποία κατήγγειλε ένα άρθρο που είχαμε γράψει, αμφισβητώντας τα αναθεωρημένα του στοιχεία. Οι νέες του μέθοδοι είχαν βρει ότι η ελληνική οικονομία ήταν κατά 25% μεγαλύτερη από ό,τι προηγουμένως πιστευόταν. Υποψιαζόμασταν ότι η ξαφνική έκρηξη ανάπτυξης είχε στόχο να κάνει το έλλειμμα να φαίνεται μικρότερο, κάτι που έκανε τον κ. Κοντοπυράκη να γράψει ότι ήταν απογοητευμένος που ένα ‘επιστημονικό έργο’ αντιμετωπιζόταν σαν ‘ανέκδοτο’. Τώρα, η κατάσταση δεν είναι πια αστεία», έγραψε η Wall Street Journal.
(άρθρο της κας Κορίνας Σαμάρκου στο isotimia.gr)