Στον αέρα βρίσκεται η προσπάθεια του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για αύξηση των εσόδων του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης μέσα από την ένταξη μέρους των παράνομων μεταναστών που βρίσκονται και εργάζονται στη χώρα μας. Την ίδια στιγμή και σύμφωνα με μελέτες, η αναγκαία νομιμοποίηση κάθε μορφής μαύρης εργασίας, άρα και των παράνομων μεταναστών, σε θεωρητικό επίπεδο και μόνον προσωρινά επιδρά θετικά, στον τομέα αύξησης των εσόδων των ταμείων. Η κυβέρνηση επέλεξε να ανοίξει το θέμα της ιθαγένειας, κι αυτό με υπαναχωρήσεις και παλινωδίες, αφήνοντας στον καιρό το καυτό θέμα της νομιμοποίησης των μεταναστών. Έτσι, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Ανδρέας Λοβέρδος, που αναζητά εναγωνίως έσοδα για το σύστημα που... καταρρέει στα χέρια του, βρίσκει προσκόμματα στην προσπάθειά του να αυξήσει τη βάση εσόδων του ασφαλιστικού.
Στόχος ήταν, η ένταξη στο σύστημα τουλάχιστον 100.000, παρανόμων σήμερα, μεταναστών. Όμως, δεν μπορεί μέχρι σήμερα να λυθεί το πρόβλημα που δημιουργείται καθώς η ένταξή τους στο ασφαλιστικό σύστημα, γεννά εκ των πραγμάτων δικαιώματα νομιμοποίησης. Γεγονός που πονοκεφαλιάζει τους συναρμόδιους υπουργούς.
Παρ’ ό,τι στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, για το 2010, από την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής και της αδήλωτης εργασίας, έχει τεθεί ο φιλόδοξος στόχος άντλησης 1,150 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 700 εκατ. για το ΙΚΑ και 100 εκατ. ευρώ για τον ΟΓΑ, η εφαρμογή της πρότασης του υπουργείου Εργασίας για πληρωμή και ασφάλιση του οικιακού προσωπικού (κυρίως μετανάστες) με ένα ειδικό «κουπόνι» θα είναι περιορισμένης αποτελεσματικότητας. Σύμφωνα με τους αρχικούς υπολογισμούς της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το 1/3 του στόχου των 1,15 δισ. ευρώ επιπλέον έσοδα θα μπορούσε να αντληθεί μέσω της εφαρμογής του συγκεκριμένου μέτρου. Όμως, η αδυναμία εφαρμογής του μέτρου σε νόμιμους και παράνομους μετανάστες, περιορίζει δραστικά τη συμμετοχή του στην επίτευξη του στόχου.
Παράλληλα, πληθαίνουν οι φωνές βάσει των οποίων, θεωρείται άνθρακας για τα ταμεία ο θησαυρός των επιπρόσθετων ασφαλιστικών εισφορών από τους μετανάστες. Και αυτό, γιατί μπορεί σε θεωρητικό επίπεδο, η σχετικά νεανική ηλικία των μεταναστών εργαζόμενων να επιδρά θετικά στο σύστημα, αφού συνεισφέρουν οικονομικά χωρίς να επωφελούνται από αυτό, όμως, η υψηλή γονιμότητα των νέων αυτών ανθρώπων συνεπάγεται υψηλότερες δαπάνες υγείας όχι για τους ίδιους, σίγουρα όμως για τα μέλη των οικογενειών τους. Για το λόγο αυτό άλλωστε, ακόμη και τους νόμιμους μετανάστες, όσοι εργοδότες τους ασφαλίζουν, τους ασφαλίζουν το πολύ για 70 - 100 μέρες, ώστε να έχουν περίθαλψη.
Όπως σημειώνουν οι επιστήμονες, ο χρόνος αναφοράς είναι αυτός που θα καθορίσει τελικά το πως και πόσο κερδισμένο μπορεί να είναι το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Είναι χαρακτηριστική η μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, σύμφωνα με την οποία, οι μετανάστες πραγματοποιούν λιγότερες ημέρες ασφάλισης έναντι των Ελλήνων, ενώ παράλληλα, απολαμβάνουν χαμηλούς μέσους μισθούς. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, η άποψη που υποστηρίζει ότι η οικονομική συμμετοχή των ασφαλισμένων μεταναστών στα έσοδα του ΙΚΑ είναι ανάλογη με τον αριθμό τους, δεν ανταποκρίνεται στην κοινωνικοασφαλιστική πραγματικότητα του Ιδρύματος.
Της Ρούλας Σαλούρου
από το capital.gr