Μόνιμες κρυψώνες λαθρεμπόρων, εμπόρων ναρκωτικών, παράνομων μεταναστών και μικροεγκληματιών έχουν καταστεί πλέον οι πανεπιστημιακές σχολές που βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας. Κάθε φορά που οι πάσης φύσεως εγκληματίες της πόλης αντιλαμβάνονται ή ειδοποιούνται για παρουσία αστυνομικών, μαζεύουν το παράνομο εμπόρευμά τους και τρέχουν να κρυφτούν σε κτίρια σαν αυτό της Νομικής Σχολής στην Σόλωνος ή σαν το εικονιζόμενο της σχολής Επικοινωνίας και Μ.Μ.Ε στην συμβολή των οδών Ερμού και Καλαμιώτου (Καπνικαρέα).
«Είμαστε πολύ χαρούμενοι που μπορούμε να κρυφτούμε στα πανεπιστήμια όποτε θέλουμε. Εδώ οι άνθρωποι και οι φοιτητές είναι καλοί μαζί μας» δήλωσε ένας από τους εικονιζόμενους σενεγαλέζους μικροπωλητές την ώρα που μετέφεραν τα παράνομα εμπορεύματά τους στην αποθήκη της σχολής Ε.Μ.Μ.Ε στην οδό Καλαμιώτου. Και συνέχισε… «Κρυβόμαστε σχεδόν καθημερινά εδώ γιατί οι αστυνομικοί εκεί έξω μας κυνηγούν, μας βρίζουν και όταν μας πιάνουν, μας απειλούν πως αν δεν τους δώσουμε τις τσάντες μας, θα μας συλλάβουν και θα μας διώξουν απ’ την Ελλάδα».
Οι άνθρωποι που κρύβονται στα πανεπιστήμια είναι κυρίως αφρικανοί, πακιστανοί ή ινδοί οι οποίοι καθημερινά στήνουν τις υπαίθριες «μπουτίκ» τους σε πολυσύχναστους δρόμους της πρωτεύουσας όπως στην παραδοσιακή αγορά του Μοναστηρακίου, στην οδό Ερμού και στην πλατεία Ομονοίας. Πίσω απ’ τα πρόσωπά τους βρίσκεται ένα στυγνό και άρτια οργανωμένο διεθνές κύκλωμα λαθρεμπορίου το οποίο τους φέρνει στην Ελλάδα, του παρέχει στέγη και τροφή και τους κατευθύνει ως προς το τι και το που πρέπει να πουλήσουν την εξ ανατολής παράνομη πραμάτεια τους.
Από την μεριά τους, πολλοί από τους φοιτητές των αθηναϊκών πανεπιστημιακών σχολών φαίνονται προβληματισμένοι από το γεγονός ότι είναι υποχρεωμένοι να γίνονται έμμεσα και ακούσια συμμέτοχοι στην διάσωση εγκληματιών του κοινού ποινικού δικαίου και στην φύλαξη ναρκωτικών, κλοπιμαίων και λαθρεμπορευμάτων στους χώρους όπου σπουδάζουν. Μπορεί η κοινωνία, ο δήμος, η πρυτανεία του πανεπιστημίου Αθηνών και το κράτος να μην ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την πρόληψη και την καταστολή αυτής της παθογένειάς, όμως κανένας γονιός, κανένας φοιτητής και κανένας σκεπτόμενος άνθρωπος δεν μπορεί να ανέχεται επ’ αόριστον αυτή την κατάσταση.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση πρέπει να αλλάξει και όχι να ανακυκλώνεται. Τα πανεπιστήμια και οι φοιτητές μπορούν να προστατέψουν το άσυλό τους, αρκεί να εισαχθεί άμεσα και επειγόντως ένα σύστημα που θα ελέγχει το ποιος μπαινοβγαίνει στα πανεπιστήμια. Από εκεί και πέρα το κράτος και ο δήμος της Αθήνας έχουν μεγάλο δρόμο αλλά και μεγάλο κίνητρο για να ενεργοποιηθούν και να πολεμήσουν κατασταλτικά και προληπτικά το φαινόμενο του αθηναϊκού λαθρεμπορίου. Μόνο απ’ την Αθήνα, τα περσινά κέρδη του κυκλώματος ανήλθαν στα 10 δις. ευρώ, ενώ η φοροδιαφυγή του υπολογίζεται γύρω στα 4 δις ευρώ (Σύμφωνα με υπηρεσιακά έγγραφα τα οποία βρίσκονται στην κατοχή του δήμου Αθηναίων και του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη). Τα ποσά αυτά είναι εξέχουσας σημασίας, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι τα μεν 10 δις. κερδών αποτελούν ποσό σχεδόν ανάλογο με το 3% του ΑΕΠ, τα δε 4 δις. της φοροδιαφυγής είναι περίπου όσα και τα χρήματα που η κυβέρνηση προσδοκά να αποκομίσει από τα νέα μέτρα που μόλις έλαβε (περικοπές 30% σε δώρα - επίδομα αδείας, αύξηση 2% στο ΦΠΑ & έκτακτη εισφορά) για την μείωση του δημοσίου χρέους.
Όπως φαίνεται η χώρα μας και ιδιαίτερα η πόλη της Αθήνας έχει γίνει στόχος των λαθρεμπόρων, ακριβώς επειδή αποτελεί «χρυσωρυχείο» του παρεμπορίου. Όσο αυξάνεται ο τζίρος του, τόσο αυξάνονται και οι παράνομοι αλλοδαποί μετανάστες που έρχονται για να το υποστηρίξουν. Παράλληλα με το παρεμπόριο αναπτύσσονται και άλλες εγκληματικές δραστηριότητες όπως τα ναρκωτικά, οι κλοπές και η πορνεία. Αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε λοιπόν τέτοια φαινόμενα εγκληματικότητας, πρέπει να ενεργοποιηθούμε εντός των συνόλων που ανήκουμε και να παλέψουμε, χωρίς φοβικό και ρατσιστικό σύνδρομο, για την προστασία των συνανθρώπων μας. Η πανεπιστημιακή κοινότητα, από την πλευρά της, οφείλει να πάψει να ανέχεται στους κόλπους της το οργανωμένο έγκλημα, όποια μορφή και αν αυτό έχει.