οὐ γὰρ δυνάμεθά τι κατὰ τῆς ἀληθείας, ἀλλ᾿ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας. (Β΄ Κορινθίους 13,8)

12.2.10

"Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα"

Το πράγμα θα μπορούσε να έχει τον τίτλο «Ελα παππού μου να σου δείξω τα αμπελοχώραφά σου». Εχει πάντως άλλη χάρη και κύρος να μαθαίνεις από τον αγγλικό «Ομπζέρβερ» κι όχι από αδέσποτα ημεδαπά μπλογκ ή από φήμες ότι η οικονομική ελίτ της Ελλάδας, μεγαλέμποροι, μεγαλοεπιχειρηματίες και λοιποί ευπατρίδες, έκαναν την καρδιά τους πέτρα κι έστειλαν τις τελευταίες εβδομάδες σε τράπεζες του εξωτερικού ένα τμήμα από τα ισχνά αποταμιεύματά τους, κάτι ανάμεσα σε έξι και οκτώ δισεκατομμύρια ευρώ. Μια φορά κι έναν καιρό μαθαίναμε ότι «οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα», ή τέλος πάντων, δεν έχουν άλλη από την πατρίδα της ανάγκης τους, αλλά όλα δείχνουν, όλα το έδειχναν από παλιά, ότι εκείνο που δεν έχει πατρίδα είναι το κεφάλαιο, ή τέλος πάντων, δεν έχει άλλη πατρίδα από την πατρίδα της ασίγαστης όρεξής του να διογκώνεται.

Τώρα λοιπόν φανερώνεται και αριθμητικά αυτό που ήδη θα μπορούσε να έχει υποθέσει κανείς: ότι η «ανάγκη οικονομικού πατριωτισμού» που εντόνως προβάλλεται από λογής λογής ταγούς δεν αφορά τους πάντες: οι έχοντες, οι έχοντες πάμπολλα εννοείται, μπορούν να στείλουν τα μισά στο εξωτερικό, ώστε να γνωρίσουν και ξένους τόπους, ενώ οι ίδιοι, κάπως στερημένοι πια, θα παραμείνουν εντός των συνόρων για να συνεχίσουν να διδάσκουν δωρεάν φιλοπατρία και αυτοθυσία. Μια πρώτη εξήγηση της φυγής κεφαλαίων, η οποία μάλλον δεν συμβάλλει στην «ανάταξη της ελληνικής οικονομίας» που υποσχέθηκε ο κ. Γ.Α. Παπανδρέου μετά την επιφοίτηση του πνεύματος του Νταβός, είναι ότι οι εξαγωγείς, που είχαν φοβηθεί βέβαια και από όσα κυκλοφορούσαν για εδώ και τώρα δημεύσεις περιουσιών, κρατικοποιήσεις κερδοφόρων ιδιωτικών επιχειρήσεων, δεινή φορολογία του κεφαλαίου και λοιπά αγρίως σοσιαλιστικά, δεν άκουσαν έγκαιρα όσα μόλις προχθές δήλωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης (και όλο και συχνότερα προεδρεύων), ο κ. Θεόδωρος Πάγκαλος: «Επιτέλους να υποφέρουμε, αλλά να υποφέρουμε όλοι». Αν τον είχαν ακούσει, είναι απολύτως βέβαιο ότι πρώτον θα συγκινούνταν και δεύτερον δεν θα κινούνταν προς τα ξένα, αλλά θα έσπευδαν και αυτοί να υποφέρουν μαζί με τους υπόλοιπους.

Μια άλλη πιθανή εξήγηση αποκαθιστά τα πράγματα στην ορθή εθνική και πατριωτική τους βάση και διαλύει τη σύγχυση: όπως πληροφορούμαστε, τα περισσότερα από τα δισεκατομμύρια των ευρώ που πήραν των ομματιών τους και άρχισαν να μεταναστεύουν από τη στιγμή που άρχισε να μας πλήττει η κρίση και η κρισεολογία, δεν κινήθηκαν προς τράπεζες των νησιών Καϊμάν ή άλλα ειδυλλιακά μέρη, αλλά προς τραπεζικά ιδρύματα της πεφιλημένης Κύπρου. Δεν είναι αυτό μια συντριπτική όσο και συγκινητική απόδειξη ότι σε καιρούς γενικευμένης λήθης και ηδονικής αμεριμνησίας ορισμένοι εξακολουθούν να έχουν γραμμένο στην ψυχή τους εκείνο το μακρινό «δεν ξεχνώ»; Κι αν ακόμα υπέθετε κανείς, αυθαιρέτως βέβαια, ότι χρησιμοποίησαν την Κύπρο σαν σημαία ευκαιρίας, οι τελευταίοι που θα δικαιούνταν να τους το καταλογίσουν είναι οι πολιτικοί μας, που έχουν διαπρέψει σε αυτό το άθλημα.

Πηγή