Στις δύσκολες μέρες που ζούμε κι ύστερα από τις πρώτες εκατό μέρες της νέας διακυβέρνησης, η Πολιτεία ετοιμάζεται να λύσει το θέμα της ιθαγένειας εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών. Η σπουδή και η βιασύνη μας προβληματίζει κι αναρωτιόμαστε αν αυτό είναι το κορυφαίο ζήτημα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα. Ασφαλώς και υπάρχει ανθρωπιστικό θέμα και κυρίως για τα παιδιά των μεταναστών που έχουν μεγαλώσει και έχουν πάει σχολείο στην Ελλάδα. Αλλά...
Αν σήμερα δεν είναι ο χρόνος για την επίλυση του θέματος, λόγω των άμεσων λύσεων που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, πότε θα είναι, άραγε, ο κατάλληλος χρόνος; Ποιος μας λέει ότι αύριο δεν θα προβληθεί μια άλλη «δικαιολογία» για να παραμείνει το θέμα σε εκκρεμότητα;
Καταρχήν θα πρέπει να πούμε ότι η ιθαγένεια δεν είναι οπωσδήποτε δικαίωμα κάθε παράνομου μετανάστη. Το μήνυμα που περνάμε είναι πέρα για πέρα λαθεμένο και μάλιστα σε εποχές ιδιαίτερα δύσκολες και πονηρές. Επίσης, το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν έχει σχέση με το αν η Πολιτεία θα δώσει ή όχι την ελληνική ιθαγένεια σε εκατοντάδες χιλιάδες αλλοδαπούς.
Σε πόσους; Αυτό είναι ένα καλό ερώτημα που η Πολιτεία δεν μπορεί να απαντήσει με ακρίβεια. Μόνο εικασίες θα ακούσετε σχετικά. Άλλοι θα σας μιλάνε για μερικές δεκάδες χιλιάδες και άλλοι για μερικά εκατομμύρια. Η υπερβολή έτσι κι αλλιώς είναι στο... αίμα μας.
Όταν όμως δεν γνωρίζεις με ακρίβεια πόσοι άνθρωποι θα πάρουν την ελληνική ιθαγένεια, πώς μπορούμε να μετρήσουμε τις επιπτώσεις; Πώς μπορούμε να πάρουμε θέση για το ζήτημα δίχως να γνωρίζουμε όλες τις παραμέτρους;
Μιλήσαμε για λάθος μήνυμα. Κι έτσι είναι! Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι ο παράδεισος των λαθρομεταναστών. Ο παράνομος μετανάστης γνωρίζει ότι στην Ελλάδα δεν κινδυνεύει από κάτι άλλο πέρα από το να βρει μία κακοπληρωμένη δουλειά. Κατά τα λοιπά έχει δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και πλέον την βεβαιότητα ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να αποκτήσει την ιθαγένεια σε μία χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τι συμβαίνει σε άλλα κράτη; Σίγουρα όχι αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα. Χώρες με πολύ μικρότερο μεταναστευτικό πρόβλημα από το δικό μας (σε σχέση με τον πληθυσμό τους) και με αδιαπραγμάτευτη την πίστη τους στα δημοκρατικά και ανθρωπιστικά ιδεώδη, αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα το όλο θέμα.
Το κακό είναι ότι η ελληνική κοινωνία αποφεύγει να συζητά ανοικτά τέτοια ζητήματα. Υπάρχει ένα φοβικό σύνδρομο, μην τυχόν και κατηγορηθεί κάποιος για... ακροδεξιές αντιλήψεις. Λες και είναι «προοδευτικό» να δημιουργούνται γκέτο στην Αθήνα. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε «χαρίσει» όλο αυτό το πεδίο της συζήτησης στην ακροδεξιά.
Οι μετανάστες δεν είναι απόβλητοι, αλλά δεν μπορεί να είναι και ανεξέλεγκτοι. Έχουν προσφέρει στη χώρα, αλλά και η χώρα έχει προσφέρει σε αυτούς. Μπορούμε να συζητήσουμε κάτω από ποιο καθεστώς θα παραμείνουν στην Ελλάδα, όσοι χρειάζεται να παραμείνουν, αλλά δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δίδουμε την ιθαγένεια σε όποιον περνάει έξω από την πόρτα μας. Εκτός και αν αυτό αποφασίσουμε ως χώρα. Το έχουμε όμως αποφασίσει; Τολμά η κυβέρνηση να κάνει ένα δημοψήφισμα για να λάβει την απάντηση; Κι εν πάση περιπτώσει, όλη αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνει σήμερα; Δεν έχουμε άλλες προτεραιότητες;
Αναρωτηθήκαμε στην αρχή αν τα άμεσα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε θα είναι πάντοτε μία δικαιολογία για να μην δώσουμε λύση. Όχι! Αυτή τη φορά το οικονομικό πρόβλημα δεν είναι δικαιολογία είναι η ωμή πραγματικότητα. Κι αν δεν δώσουμε όλη μας την ενέργεια σε αυτό, τότε ίσως και οι μετανάστες να μην επιθυμούν να πάρουν την ιθαγένεια σε μία χρεοκοπημένη χώρα. Κι επιπλέον, χρειάζεται μία σοβαρότερη συζήτηση και οπωσδήποτε χρόνος για να γίνει αυτή. Δεν λέμε, λοιπόν, να αφήσουμε το μεταναστευτικό στις καλένδες. Λέμε ότι αυτή τη στιγμή δεν περισσεύει χρόνος. Αμέσως μετά και εφόσον έχουμε ξεπεράσει τις συμπληγάδες, ναι. Αλλά και πάλι έπειτα από μία μεγάλη, σοβαρή και δίχως ταμπού συζήτηση.
Θανάσης Μαυρίδης
(από το capital.gr)